Επικοινωνήστε μαζί μας

Τηλέφωνο 211 1844 763

Αιτίες υπογονιμότητας

Αρχική / ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ / Γενικές πληροφορίες / Αιτίες υπογονιμότητας

Αιτίες υπογονιμότητας

Οι αιτίες της υπογονιμότητας, με την οποία αρκετά ζευγάρια έρχονται αντιμέτωπα στις ημέρες μας, είναι πολλές και μπορεί να αφορούν στη γυναίκα (γυναικείος παράγοντας υπογονιμότητας) , στον άνδρα ( ανδρικός παράγοντας υπογονιμότητας) είτε να μην εντοπίζονται σε κανέναν από τους δύο συντρόφους, οπότε η υπογονιμότητα ονομάζεται ανεξήγητη .
 
  • Γυναικείος παράγοντας υπογονιμότητας
- Η ηλικία της γυναίκας είναι από τους βασικούς παράγοντες που επηρεάζουν την αναπαραγωγική της ικανότητα, η οποία εξαρτάται από τον αριθμό και την ποιότητα των ωαρίων της.
Η γονιμότητα της γυναίκας μειώνεται όσο η ίδια μεγαλώνει. Συγκεκριμένα βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδά της στα 20-25 έτη, στη συνέχεια μειώνεται με αργό σχετικά ρυθμό μέχρι την ηλικία των 35 ετών ενώ κατόπιν μειώνεται σημαντικά έως την ηλικία των 40 . Από την ηλικία των 40 και μετά οι ρυθμοί μείωσης της γονιμότητας της γυναίκας είναι ταχύτατοι με αποτέλεσμα σχεδόν να εκμηδενίζεται η αναπαραγωγική της ικανότητα περί τα 45 έτη.
Οι παραπάνω ρυθμοί μείωσης δεν αφορούν μόνο στον αριθμό των ωαρίων αλλά και στην ποιότητα των ωαρίων που επίσης φθίνει καθώς η γυναίκα μεγαλώνει, αυξάνοντας έτσι τα ποσοστά των αποβολών και των κυήσεων με χρωμοσωμικές ανωμαλίες εμβρύων , στις γυναίκες που επιτυγχάνουν εγκυμοσύνη σε προχωρημένη αναπαραγωγική ηλικία.
Σημειώνεται δε, πως σε αρκετές περιπτώσεις η ποιότητα και ποσότητα των ωαρίων δεν συμβαδίζει με τη βιολογική ηλικία της γυναίκας, περιπλέκοντας ακόμη περισσότερο τη κατάσταση. Ειδικές εξετάσεις προτείνονται από τον ειδικό ιατρό γονιμότητας για τη διερεύνηση των προβλημάτων αυτών.

- Το σύνδρομο των Πολυκυστικών Ωοθηκών (PCOS) αποτελεί συχνή αιτία γυναικείας υπογονιμότητας, ιδιαίτερα σε νεαρές ηλικίες. Η ακριβής αιτία του συνδρόμου δεν έχει προσδιοριστεί. Το σύνδρομο επηρεάζει τον κύκλο της γυναίκας, τις ορμόνες της, επομένως τη γονιμότητά της.
Τα συμπτώματα του συνδρόμου ποικίλλουν και διαφέρουν από γυναίκα σε γυναίκα με τα κυριότερα να είναι :
  • ακανόνιστη έμμηνος ρύση ή ακόμη και αμηνόρροια (απουσία περιόδου)
  • ακανόνιστη ωορρηξία ή και καθόλου ωορρηξία
  • δυσκολία στη σύλληψη - υπογονιμότητα
  • ανεπιθύμητη τριχοφυΐα στο σώμα ή στο πρόσωπο
  • ακμή
  • προβλήματα βάρους: αυξημένο βάρος σώματος , απότομη αύξηση βάρους, δυσκολία στην απώλεια βάρους
  • στην πιο σοβαρή μορφή του συνδρόμου: σακχαρώδης διαβήτης , αρτηριακή υπέρταση, υπερλιπιδαιμία (μεταβολικό σύνδρομο)
Η διάγνωση του Συνδρόμου των Πολυκυστικών Ωοθηκών (ΣΠΩ) στηρίζεται στη λήψη ενός πλήρους ιστορικού, την κλινική εξέταση, την υπερηχογραφική διερεύνηση αλλά και τις αιματολογικές εξετάσεις ώστε να εντοπιστούν οι ορμονικές διαταραχές και να επιβεβαιωθεί η διάγνωση.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να αναφέρουμε πως μια γυναίκα πάσχει από ΣΠΩ όταν πληροί δύο από τα τρία ακόλουθα κριτήρια :
  1. Υπερηχογραφικά τεκμηριωμένη πολυκυστική μορφολογία των ωοθηκών ( >10 καταβολές σε κάθε ωοθήκη)
  2. Διαταραχές εμμηνορρυσίας (αραιομηνόρροια , αμηνόρροια κλπ)
  3. Υπερανδρογοναιμία (αυξημένα επίπεδα ανδρικών ορμονών στο αίμα) που απαντάται στον αιματολογικό έλεγχο ή στην κλινική εικόνα της γυναίκας που παρουσιάζει τα προαναφερθέντα συμπτώματα (ακμή , αυξημένη τριχοφυΐα κλπ)
Επομένως γυναίκες που μόνο υπερηχογραφικά παρουσιάζουν πολυκυστικές ωοθήκες (αρκετά συχνό φαινόμενο στην Ελλάδα) δε σημαίνει πως πάσχουν από το ΣΠΩ.
 
Ο ειδικός ιατρός γονιμότητας είναι αυτός που θα διαγνώσει το ΣΠΩ σε μία γυναίκα που δυσκολεύεται να συλλάβει και θα την καθοδηγήσει στην καλύτερη δυνατή διαχείριση των συμπτωμάτων του συνδρόμου (διατήρηση ιδανικού βάρους σώματος , παρακολούθηση ωορρηξίας, πιθανά διέγερση ωορρηξίας κλπ) ώστε να αυξηθούν οι πιθανότητες επίτευξης εγκυμοσύνης .
 
- Η ενδομητρίωση είναι μια πάθηση που επηρεάζει πολλές γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία. Είναι η παρουσία, σε έκτοπες θέσεις, κυττάρων του ενδομητρίου (το εσωτερικό «δέρμα» της μήτρας) που υφίστανται τις ίδιες ορμονικές αλλαγές με το ενδομήτριο σε κάθε κύκλο.
Πιθανές εντοπίσεις της ενδομητρίωσης είναι: ωοθήκες , σάλπιγγες , τοιχώματα της μήτρας , σπανιότερα στην ουροδόχο κύστη ή το έντερο και ακόμη σπανιότερα σε όργανα εκτός της πυέλου ή και εκτός της κοιλιακής χώρας όπως οι πνεύμονες.
Τα ακριβή αίτια της ενδομητρίωσης δεν είναι γνωστά.
Η συμπτωματολογία της μπορεί να περιλάβει:
  • πόνο κατά την έμμηνο ρύση (δυσμηνόρροια)
  • πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή (δυσπαρεύνια)
  • πόνο κατά την ωορρηξία, στη μέση του κύκλου
  • πόνο κοιλιακής χώρας σε διάφορες φάσεις του κύκλου (χρόνιο πυελικό άλγος)
  • συμφύσεις στα όργανα της κοιλιάς - πυέλου και ειδικότερα σε αυτά που συμμετέχουν στη διαδικασία της γονιμοποίησης όπως οι σάλπιγγες
  • κύστεις στις ωοθήκες (ενδομητριώματα)
  • υπογονιμότητα
Δεν έχει προσδιοριστεί ακόμη ο τρόπος με τον οποίο η ενδομητρίωση επηρεάζει τη γονιμότητα της γυναίκας . Η επικρατέστερη θεωρία είναι ότι διάφορες ουσίες που παράγονται στην ενδομητρίωση επηρεάζουν τη λειτουργικότητα των ωοθηκών και σαλπίγγων, την υποδεκτικότητα του ενδομητρίου αλλά και οι συμφύσεις που δημιουργούνται επηρεάζουν ανατομικά τις σάλπιγγες συμβάλλοντας στη δυσκολία σύλληψης.
Αναλόγως της θέσης των εστιών της ενδομητρίωσης, την έκτασή τους , την ύπαρξη ή μη συμφύσεων, η ενδομητρίωση κατηγοριοποιείται σε 4 στάδια : Ι ελάχιστη , ΙΙ ήπια , ΙΙΙ μέτρια και IV σοβαρή.
 
Η διάγνωση της ενδομητρίωσης μπορεί να γίνει με απλό διακολπικό υπερηχογράφημα (απεικόνιση ενδομητριωσικών κύστεων ωοθηκών) χωρίς αυτό να σημαίνει πως η απουσία κύστης αποκλείει τη διάγνωση της ενδομητρίωσης.
Η λαπαροσκόπηση είναι ο καλύτερος τρόπος (Gold standard) διάγνωσης και ταυτόχρονης θεραπείας της ενδομητρίωσης ενώ τα αντισυλληπτικά χάπια και άλλες θεραπευτικές μέθοδοι χορηγούνται προς αντιμετώπιση κυρίως των συμπτωμάτων της ενδομητρίωσης και όχι της ίδιας της νόσου. Χαρακτηριστικό της ενδομητρίωσης είναι η μεγάλη συχνότητα υποτροπής, ακόμη και μετά από πλήρη χειρουργική αντιμετώπισή της.
 
- Τα ινομυώματα αποτελούν καλοήθεις, συνήθως, όγκους της μήτρας και μπορεί να επηρεάσουν τη γονιμότητα της γυναίκας . Αναλόγως της θέσης του, ένα ινομύωμα - ακόμη και μικρού μεγέθους - μπορεί να επηρεάσει την εμφύτευση του εμβρύου ενώ ένα μεγάλου μεγέθους ινομύωμα μπορεί να ευθύνεται για αιμορραγίες , έντονο άλγος και μειωμένη ροή αίματος προς το ενδομήτριο.
Τα ινομυώματα - ανεξαρτήτως συμπτωματολογίας - μπορεί να διαγνωσθούν με μια απλή κλινική εξέταση και διακολπικό υπερηχογράφημα . Τα ινομυώματα αντιμετωπίζονται χειρουργικά μέσω λαπαροσκόπησης, λαπαροτομίας ή υστεροσκόπησης ανάλογα του μεγέθους και της εντόπισής τους.
 
- Άλλοι καλοήθεις σχηματισμοί του ενδομητρίου ή του τραχήλου της μήτρας , οι πολύποδες , μπορεί να συμβάλλουν στη γυναικεία υπογονιμότητα. Ένας πολύποδας μπορεί να μην έχει καμία συμπτωματολογία ή να προκαλέσει αιμορραγία στη μέση του κύκλου ή έντονη αιμορραγία στη διάρκεια της περιόδου. Φαίνεται πως κυρίως λόγω θέσης οι πολύποδες μπορεί να επηρεάσουν τη γονιμότητα αφού επηρεάζουν την ενδομήτρια κοιλότητα, παρεμποδίζοντας την εμφύτευση. Οι πολύποδες μπορεί να διαγνωστούν με διακολπικό υπερηχογράφημα και αντιμετωπίζονται με υστεροσκόπηση
 
- Ο σαλπιγγικός παράγοντας
Η σάλπιγγα είναι κινητό κοίλο όργανο , που προσλαμβάνει το ωάριο μετά την απελευθέρωσή του (ωορρηξία) και στο οποίο συμβαίνει η συνάντηση και γονιμοποίηση του ωαρίου από το σπερματοζωάριο. Στη συνέχεια το γονιμοποιημένο ωάριο μεταφέρεται με περισταλτικές κινήσεις των σαλπίγγων στο ενδομήτριο όπου και συνεχίζεται η εγκυμοσύνη με την εμφύτευση.
Καταστάσεις που επηρεάζουν την ανατομία ή φυσιολογική λειτουργία των σαλπίγγων μπορεί να προκαλέσουν υπογονιμότητα παρεμποδίζοντας τις παραπάνω διαδικασίες.
Τέτοιες καταστάσεις είναι οι λοιμώξεις του γυναικείου γεννητικού συστήματος συνήθως από σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (Σ.Μ.Ν) όπως είναι τα χλαμύδια, που προκαλούν φλεγμονή των σαλπίγγων – σαλπιγγίτιδα ή γενικευμένη πυελική φλεγμονή . Οι φλεγμονές αυτές μπορεί να είναι η αιτία για την απόφραξη των σαλπίγγων, τη δημιουργία υδροσάλπιγγας (σάλπιγγα διογκωμένη εξ' αιτίας συλλογής υγρού ) ή τη δημιουργία συμφύσεων των σαλπίγγων και γενικότερα της πυέλου με αποτέλεσμα πιθανά την εξωτερική παραμόρφωσή τους.
 
- Οι συγγενείς ανωμαλίες της μήτρας, διαταραχές δηλαδή στη δημιουργία των γεννητικών οργάνων από την εμβρυϊκή ζωή, δεν είναι σπάνιες και είναι συχνά αιτία υπογονιμότητας ή και αποβολών. Τέτοιες ανωμαλίες είναι η μονόκερως μήτρα , η δίκερως μήτρα , η δίδελφυς μήτρα και η διαφραγματική - καρδιόσχημη μήτρα. Κάθε μία από τις παθολογίες αυτές επηρεάζει διαφορετικά την ανατομία της μήτρας προκαλώντας με διάφορους μηχανισμούς υπογονιμότητα.
Η συμπτωματολογία και η αντιμετώπιση κατά συνέπεια ποικίλουν, αναλόγως της διάγνωσης. Ο ειδικός ιατρός υπογονιμότητας με τις εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία σε αυτή την κατηγορία προβλημάτων της γυναίκας που παρουσιάζει υπογονιμότητα, μπορεί να διαγνώσει τις συγγενείς αυτές ανωμαλίες και να αποφασίσει τον κατάλληλο τρόπο χειρισμού τους.
 
- Συχνά για τη γυναικεία υπογονιμότητα έχουν ενοχοποιηθεί προηγούμενες χειρουργικές επεμβάσεις στην κοιλιακή χώρα, οι οποίες ενδέχεται να δημιουργήσουν συμφύσεις της πυέλου με τις προαναφερθείσες συνέπειες. Χειρουργικές επεμβάσεις των ωοθηκών από την άλλη μπορεί επίσης να επηρεάσουν τη μετέπειτα λειτουργία των ωοθηκών με αποτέλεσμα την υπογονιμότητα της γυναίκας . Τέλος, χειρουργικές επεμβάσεις στο εσωτερικό της μήτρας, όπως η απόξεση για διακοπή κύησης, ενδέχεται να προκαλέσουν συμφύσεις στο ενδομήτριο και κατ’ επέκταση δυσκολίες στην εμφύτευση του εμβρύου και υπογονιμότητα.
 
  • Ανδρικός παράγοντας υπογονιμότητας
Σε αρκετά ζευγάρια που αντιμετωπίζουν υπογονιμότητα, η αιτία αφορά τον άνδρα και όχι τη γυναίκα. Η διερεύνηση του ανδρικού παράγοντα είναι πολύ πιο απλή μιας και η διάγνωση μπορεί να γίνει με ένα σπερμοδιάγραμμα.  Οι παράμετροι που αξιολογούνται είναι αρκετές. Ένα δείγμα για να θεωρηθεί μη φυσιολογικό θα πρέπει να παρουσιάζει μία ή περισσότερες από τις παρακάτω καταστάσεις:
  • Ολιγοσπερμία: μειωμένος αριθμός - συγκέντρωση σπερματοζωαρίων
  • Ασθενοσπερμία: μειωμένη κινητικότητα σπερματοζωαρίων
  • Τερατοσπερμία: μειωμένο ποσοστό φυσιολογικών σπερματοζωαρίων
Μια σοβαρότερη κατάσταση που μπορεί να διαγνωσθεί μέσω ενός απλού σπερμοδιαγράμματος , είναι η αζωοσπερμία, όπου δεν υπάρχουν καθόλου σπερματοζωάρια στο δείγμα που εξετάζεται. Η αζωοσπερμία μπορεί να είναι αποφρακτική ή μη αποφρακτική. Στην πρώτη περίπτωση παράγονται σπερματοζωάρια αλλά λόγω εμποδίων (απόφραξη από τον όρχι προς την επιδιδυμίδα και τον σπερματικό πόρο, λόγω ανατομικών ανωμαλιών ή κάποιας φλεγμονής) δεν φτάνουν στο τελικό δείγμα. Σε αυτή την περίπτωση η εξωσωματική γονιμοποίηση θα δώσει τη λύση στο πρόβλημα του ζευγαριού. Συνιστάται η βιοψία όρχεων προκειμένου να συλλεχθούν σπερματοζωάρια για μελλοντική χρήση και η πραγματοποίηση μικρογονιμοποίησης-ICSI , σε επερχόμενη προσπάθεια εξωσωματικής. Στη μη αποφρακτική αζωοσπερμία, από την άλλη , δεν παράγονται καθόλου σπερματοζωάρια, δε γίνεται δηλαδή σπερματογένεση. Σε αυτή τη δύσκολη περίπτωση όπως και σε όλες τις υπόλοιπες βεβαίως ο ειδικός ιατρός γονιμότητας θα σας ενημερώσει για τις επιλογές σας.
 
  • Ανεξήγητη υπογονιμότητα
Στα ζευγάρια αυτά παρατηρείται αδυναμία τεκνοποίησης παρ' όλο που όλοι οι παράγοντες που αναφέραμε είναι φυσιολογικοί. Βασικό κριτήριο για να γίνει η διάγνωση της ανεξήγητης υπογονιμότητας είναι η διάρκεια της προσπάθειας για το ζευγάρι, αναλόγως πάντοτε της ηλικίας της γυναίκας.
Συνεπώς το ζευγάρι που προσπαθεί για εγκυμοσύνη θα πρέπει εγκαίρως να απευθύνεται στο ειδικό ιατρό γονιμότητας ώστε να μη χαθεί πολύτιμος χρόνος για την απόκτηση ενός παιδιού.

Εγγραφείτε στο Newsletter μας